Συμπατριώτισσες και συμπατριώτες,
Πέρασαν 47 χρόνια από τη βάρβαρη εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο στις 20 Ιουλίου 1974 και το προδοτικό πραξικόπημα της χούντας που προηγήθηκε και τα τετελεσμένα της εισβολής παγιώνονται και διευρύνονται.
Το 37% των εδαφών της Κυπριακής Δημοκρατίας εξακολουθεί να κατέχεται παράνομα από τον τουρκικό στρατό κατοχής, οι έποικοι συρρέουν συνεχώς στα κατεχόμενα εδάφη και οι τουρκοκύπριοι αποτελούν πλέον μικρή μειοψηφία, χάνοντας την ιδιαίτερη πολιτισμική τους ταυτότητα.
Η κατοχική Τουρκία όχι μόνο δεν εξευμενίζεται από τις συνεχείς μας υποχωρήσεις και την προθυμία μας για λύση, αλλά αντίθετα εντείνει την αδιαλλαξία της και προβάλλει ολοένα περισσότερες αξιώσεις στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων, με πιο πρόσφατη την απαίτηση της λύσης των δύο κρατών, με ταυτόχρονη ερμηνεία της «πολιτικής ισότητας» σε «κυριαρχική ισότητα».
Η πολυδιαφημιζόμενη κυνική και προκλητική φιέστα της κατοχικής δύναμης και του υποτελούς καθεστώτος της, την επέτειο της μαύρης εισβολής, επιχειρεί πολλαπλές στοχεύσεις: Να κάμψει το φρόνημα των ελλήνων κυπρίων και του ελληνισμού, να στείλει το μήνυμα στη διεθνή κοινότητα για την αποφασιστικότητα και δυνατότητα της Τουρκίας να επιβάλλει τη θέλησή της ανεξαρτήτως των όποιων φραστικών αντιδράσεων και να υλοποιεί σταδιακά τους επεκτατικούς της σχεδιασμούς με την αξιοποίηση της παραλίας της περίκλειστης πόλης της Αμμοχώστου, τα εγκαίνια ναυτικής και αεροπορικής βάσης και έργων υποδομής, εξυπηρετώντας τον πάγιο στόχο της Τουρκίας να ελέγξει στρατηγικά ολόκληρη την Κύπρο.
Είναι προφανές ότι οι προσπάθειες που καταβάλλονται όλα αυτά τα χρόνια για λύση του Κυπριακού, αποτυγχάνουν διότι μέχρι τώρα προσκρούουν και δεν εναρμονίζονται με τον ανωτέρω σαφή στόχο της Τουρκίας για πλήρη κυριαρχία της Κύπρου.
Η προσπάθεια ορισμένων να επιρρίψουν ευθύνες στην δική μας πλευρά με την προπαγανδιστική και διχαστική θέση περί απορριπτικών και μη, είναι εκτός λογικής τάξης και ξένη προς τα εθνικά μας συμφέροντα.
Το βασικότερο όπλο μας για επίτευξη βιώσιμης λύσης είναι το διεθνές αναγνωρισμένο κράτος μας, η Κυπριακή Δημοκρατία που από το 2004, αποτελεί πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η διεθνής έννομη τάξη, το διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο και η ευρωπαϊκή νομιμότητα.
Αποτελεί ύψιστη υποχρέωση των Κυβερνήσεων και όλων των πολιτικών δυνάμεων Ελλάδας και Κύπρου, σταθμίζοντας τον αχαλίνωτο τουρκικό επεκτατισμό και αναθεωρητισμό να προχωρήσουν με σύμπνοια στην επανατοποθέτηση του κυπριακού, ως θέματος εισβολής και κατοχής ενός ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτους, ισότιμου μέλους της ΕΕ και του ΟΗΕ από μια Τρίτη κατοχική δύναμη. Οφείλουμε να προτάξουμε, έστω και τώρα, ως βάση λύσης τις αρχές και αξίες της ΕΕ, το ευρωπαϊκό και διεθνές δίκαιο και τον καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ και να αναδείξουμε τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας που επιβεβαιώνουν την παραβίαση της διεθνούς έννομης τάξης και τα τετελεσμένα της παράνομης τουρκικής εισβολής και συνεχιζόμενης κατοχής από την Τουρκία.
Οι κατ΄ επίφαση «δικοινοτικές συνομιλίες» έχουν αποδειχθεί φενάκη και εργαλείο επιβολής των τετελεσμένων της Τουρκίας, η οποία απενοχοποιημένη από τον ρόλο του θύτη, παριστάνει την εγγυήτρια των δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων και την ειρηνοποιό δύναμη. Δεν νοείται βιώσιμη λύση του Κυπριακού, χωρίς την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων κατοχής και των εποίκων και χωρίς τον σεβασμό των δημοκρατικών αρχών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων των νόμιμων κατοίκων της Κυπριακής Δημοκρατίας και φυσικά της επιστροφής των προσφύγων μας στα σπίτια και τις περιουσίες τους.
Θεωρούμε ότι πρέπει να υπάρξει σχεδιασμός και πιστή εφαρμογή μιας νέας εθνικής στρατηγικής, με αναβάθμιση της εθνικής άμυνας και των αποτρεπτικών της δυνατοτήτων, με αξιοποίηση όλων των ερεισμάτων και πλεονεκτημάτων που μας προσφέρονται από τις διεθνείς και περιφερειακές μας συνεργασίες.
Είμαστε υπόχρεοι έναντι της ιστορίας μας να μην επιτρέψουμε την υλοποίηση των σχεδιασμών της Τουρκίας και να εξασφαλίσουμε την επιβίωση του ελληνισμού στην Κύπρο.
Ο Πρόεδρος
Γιώργος Συλλούρης
Ο Γενικός Γραμματέας
Λευτέρης Κωνσταντινίδης