Λάμπρος Τζούμης, 2 Ιανουαρίου 2019
Απόλυτος κυρίαρχος στην τουρκική πολιτική σκηνή, εδώ και αρκετά χρόνια, είναι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος φαίνεται ότι θα θέσει τη δική του σφραγίδα και το αποτύπωμα στη σύγχρονη τουρκική ιστορία. Πολύ συχνά, ο Τούρκος πρόεδρος χρησιμοποιεί μια ρητορική που χαρακτηρίζεται από αμετροεπή λόγο, με στοιχεία μεγαλοϊδεατισμού. Τον περασμένο Αύγουστο σε δηλώσεις που έκανε, ανέφερε ότι κανείς δεν θα εμποδίσει την Τουρκία να πετύχει τους στόχους της για τα έτη 2023, 2053 και 2071.
Οι εν λόγω ημερομηνίες, με έντονο συμβολικό περιεχόμενο, αφορούν αντίστοιχα τη συμπλήρωση εκατό ετών από την ίδρυση της τουρκικής Δημοκρατίας, τα εξακόσια χρόνια από την άλωση της Κωνσταντινούπολης και τα χίλια χρόνια από τη μάχη του Ματζικέρτ, που συνοδεύτηκε από την είσοδο των Σελτζούκων Τούρκων στη Μικρά Ασία.
Σύμφωνα με το όραμα που έχει θέσει ο Τούρκος πρόεδρος στις ημερομηνίες αυτές, κύριες στοχεύσεις είναι να καταστεί η Τουρκία μια μεγάλη στρατιωτική και πολιτική περιφερειακή δύναμη. Δύναμη ανεξάρτητη από τη Δύση, υπολογίσιμος γεωπολιτικός παίκτης, ενεργειακός κόμβος και η τουρκική οικονομία να είναι μια από τις δέκα μεγαλύτερες στον κόσμο.
Στον αμυντικό τομέα να είναι αυτάρκης σε ό,τι αφορά τα εξοπλιστικά της προγράμματα, βασιζόμενη αποκλειστικά στη δικιά της βιομηχανία και εξαγωγική δύναμη παγκοσμίως στον τομέα αυτό. Η Τουρκία απέναντι στη χώρα μας εφαρμόζει μια μακρόπνοη αναθεωρητική στρατηγική, ανεξαρτήτως εσωτερικών πολιτικών διακυμάνσεων. Χαρακτηριστικό αυτού είναι ότι η εισβολή στην Κύπρο προετοιμαζόταν από το 1964 και υλοποιήθηκε μετά από μια δεκαετία, όπως αναφέρει ο πρώην Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Αχμέτ Νταβούτογλου, πνευματικός μέντορας του Ερντογάν στο βιβλίο του «Στρατηγικό Βάθος».
Το μανιφέστο
Στο εν λόγω βιβλίο, το οποίο αποτελεί το μανιφέστο της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας, αποτυπώνονται απροκάλυπτα και με απόλυτη σαφήνεια οι στόχοι του αναθεωρητισμού της Άγκυρας, απέναντι στη χώρα μας. Για τη νοτιοανατολική Μεσόγειο, ο Νταβούτογλου αναφέρει ότι στόχος της Τουρκίας είναι ο έλεγχος της στρατηγικής σημασίας της νήσου Κύπρου, παράλληλα με τη συμμετοχή της στην εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων της περιοχής. Θεωρεί την Κύπρο στρατηγικό σημείο για την πολιτική επέκτασης της Τουρκίας στη θάλασσα και για τον λόγο αυτό δεν μπορεί να εγκαταλειφθεί. Αναφέρει χαρακτηριστικά ότι ακόμα και αν δεν υπήρχε ούτε ένας μουσουλμάνος στο νησί, η Τουρκία έπρεπε να διατηρεί ενεργό το Κυπριακό ζήτημα.
Για την περιοχή του Αιγαίου, η θέση της Άγκυρας είναι ότι αποτελεί ημίκλειστη θάλασσα και τα ελληνικά νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα. Στο βιβλίο του ο Νταβούτογλου αναφέρει ότι τα νησιά του Αιγαίου ανήκουν γεωφυσικά στη μικρασιατική ηπειρωτική «πλάκα». Θεωρεί τα νησιά μεγάλης γεωπολιτικής αξίας και τα χαρακτηρίζει «απειλή και πολιορκία της Τουρκίας». Αναφέρει ότι το επόμενο χρονικό διάστημα θα υπάρξει θέμα ζωτικού χώρου για την Τουρκία, καθόσον σε 30 περίπου χρόνια θα έχει διπλασιάσει τον πληθυσμό της και θα έχει φτάσει στα 150 εκατομμύρια περίπου.
«Γαλάζια Πατρίδα»
Για τον λόγο αυτό, είναι απαραίτητο η Τουρκία να φροντίσει για την επέκταση του χώρου της επιβίωσής της. Η παρέμβαση στο ζωτικό χώρο της Τουρκίας από την Ελλάδα δεν είναι στατική για την Άγκυρα. Το περιεχόμενό της διευρύνεται συνεχώς και αναβαθμίζεται ποιοτικά. Οι συνεχείς αναφορές το τελευταίο χρονικό διάστημα Τούρκων αξιωματούχων, περί «Γαλάζιας Πατρίδας», παραπέμπουν στα νεοθωμανικά οράματα του Νταβούτογλου, ο οποίος φέρεται να έχει δηλώσει «ή θα γράψουμε ιστορία ή θα μας συντρίψει η ιστορία».
Για τις περιοχές που διαβιούν μουσουλμανικές μειονότητες, μεταξύ αυτών και η δυτική Θράκη, ο Νταβούτογλου αναφέρει στο βιβλίο του ότι η Τουρκία θα πρέπει να έχει συνεχώς στόχο να εξασφαλίσει εγγυήσεις, οι οποίες θα της δώσουν δυνατότητα επέμβασης σε υποθέσεις που αφορούν τις μειονότητες αυτές. Ως ένα εντυπωσιακό παράδειγμα στη σύγχρονη εποχή είναι η επέμβαση στην Κύπρο, η οποία κατέστη δυνατόν να νομιμοποιηθεί εντός ενός τέτοιου «νομικού πλαισίου». Σε μια χρονική περίοδο που εκδηλώνονται όλο και περισσότερο αυτονομιστικές και αποσχιστικές τάσεις, η μουσουλμανική μειονότητα της δυτικής Θράκης, που ένα μέρος της διαπνέεται από εθνική τουρκική συνείδηση, δημιουργεί την ανάγκη ιδιαίτερων χειρισμών.
Από την πλευρά της χώρας μας υπάρχει έλλειψη μακροχρόνιου στρατηγικού σχεδιασμού για τον τρόπο χρησιμοποίησης του συνόλου του εθνικού δυναμικού, με σκοπό την επίτευξη των στόχων που απαιτείται να τεθούν κατά τη διάρκεια ειρήνης, κρίσεως και πολέμου. Υφίσταται, επίσης, η ανάγκη αναδιάρθρωσης του μηχανισμού εθνικής ασφάλειας, με τη συγκρότηση ενός οργάνου που θα έχει ως αντικείμενο τα θέματα Εξωτερικής Πολιτικής, Εθνικής Άμυνας–Ασφάλειας και Χειρισμού Κρίσεων.
Είναι απαραίτητη, τέλος, μια αξιόπιστη αποτρεπτική στρατηγική από την πλευρά της χώρας μας, η οποία θα πρέπει να βασίζεται σε πειστική απειλή, που να εξασφαλίζει ότι σε περίπτωση επιθετικής ενέργειας από πλευράς της Τουρκίας αφενός μεν δεν θα της επιτρέψει να επιτύχει τους σκοπούς της, αφετέρου δε, ακόμη κι αν τους επιτύχει, θα καταβάλει δυσανάλογα μεγάλο τίμημα. Για να επιτευχθεί αυτό, απαιτείται η διατήρηση και η επαύξηση της επιχειρησιακής ετοιμότητας και ικανότητας των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και της απαιτούμενης στρατιωτικής ισχύος, η οποία δεν εξυπηρετεί απλώς τα εθνικά μας συμφέροντα, αλλά είναι κρίσιμη για την ίδια την εθνική μας επιβίωση.